δημοτικοποίηση

δημοτικοποίηση
η
βλ. δημοποίηση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • δημοποίηση — και δημοτικοποίηση, η η απόκτηση ή εκμετάλλευση περιουσίας ή επιχείρησης από τον δήμο ή τις δημοτικές αρχές …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”